Κελτίβηρες

Κελτίβηρες
Αρχαίος λαός που προερχόταν από τη διασταύρωση αποίκων Κελτών από τη Μασσαλία και Ιβήρων, κατοίκων της Ισπανίας. Οι Κ. ήταν πολεμοχαρείς, χαρακτηρίζονταν για τη σκληρότητά τους, ενώ λάτρευαν το φεγγάρι. Το έθιμο της ταφής και καύσης των νεκρών το διδάχτηκαν από τους Έλληνες. Στον πόλεμό τους εναντίον των Ρωμαίων (195-92 π.Χ.) πολέμησαν γενναία, τελικά όμως νικήθηκαν. Κυριότερη πόλη τους ήταν η Νομεντία, που ερειπώθηκε το 133 π.Χ. από τον Σκιπίωνα τον Αφρικανό και ανοικοδομήθηκε από τον Αύγουστο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • ИСПАНИЯ —    • Hispania,          Ίσπανία, первоначально Ίβηρία, у поэтов, кроме того, Έσπερία, Hesperia, занимала в древности весь Пиренейский полуостров; с севера Пиренеи отделяют ее от Галлии; на северо западе она омывается Аквитанским заливом, на… …   Реальный словарь классических древностей

  • КЕЛЬТИБЕРЫ —    • Celtibēri,          Κελτίβηρες, народ в Испании, происшедший из смешения переселившихся в Испанию кельтов, с ее первобытными обитателями иберами; он занимал преимущественно середину страны (впрочем, отчасти и Лузитанию и северный берег),… …   Реальный словарь классических древностей

  • Ιβηρία — Ονομασία δύο περιοχών της Ευρώπης κατά την αρχαιότητα. 1. Η περιοχή όπου κατοικούσαν οι Ίβηρες, στον χώρο της σημερινής Ισπανίας. Η ονομασία προσδιορίζει ιδιαίτερα το βορειοανατολικό τμήμα της χερσονήσου. Αργότερα, οι Ίβηρες κατόρθωσαν να… …   Dictionary of Greek

  • Κελτίβηρ — ο (Α Κελτίβηρ) (στον πληθ. οι Κελτίβηρες αρχαίο φύλο τής Ισπανίας που προήλθε από ανάμιξη Κελτών και Ιβήρων …   Dictionary of Greek

  • σύμμικτος — η, ο / σύμμεικτος, ον, ΝΜΑ και σύμμεικτος, η, ο, Ν, και σύμμικτος, ον, και τ. θηλ. συμμεικτη, Α [συμμ(ε)ιγνύω] αναμεμιγμένος, ανάμικτος, μικτός αρχ. 1. ποικίλος, διάφορος 2. σύνθετος 3. φρ. «σύμμεικτον εἶδος» ο Μινώταυρος (Ευρ.). επίρρ...… …   Dictionary of Greek

  • Καστίλη-Λα Μάντσα — (Castilla La Μancha). Αυτόνομη περιοχή (79.461 τ. χλμ., 1.755.053 κάτ. το 2001) στη νοτιοανατολική Ισπανία, με πρωτεύουσα το Τολέδο. Συνορεύει στα Β με την Καστίλη Λεόν, στα ΒΑ με την Αραγονία, στα Α με τη Βαλένθια, στα ΝΑ με τη Μούρθια, στα Ν με …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”